4 troxoi website home 4 troxoi forum

Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΑΥΤΟΚΙΝΗΣΗΣ, ΜΕΣΑ ΑΠΟ ΕΠΙΛΕΓΜΕΝΑ ΑΡΘΡΑ ΤΟΥ ΠΕΡΙΟΔΙΚΟΥ 4ΤΡΟΧΟΙ

O ¶νθρωπος Που Γελά

Aκόμα σε δραχμές μετράμε τον καιρό.
«Kαι σε παρέες» πρόσθεσε ο ¶νθρωπος Που Γελά.
Ήταν μια από εκείνες τις χλιαρές βραδιές του Aυγούστου, που όμως ένα ελαφρό αεράκι δεν
αφήνει τα δένδρα να κοιμηθούν και νοιώθεις την ανάγκη να βγεις μια βόλτα με τους φίλους
―έναν ¶γγελο κι έναν Δαίμονα― για τις ταβέρνες με τα παλιά κίτρινα χαρτιά, τις αργές
αμφίσημες ιστορίες και τ? ακόμα πιο παλιά ποτά.

Oι πόλεις στέλνουν τις ιστορίες τους η μία στην άλλη. ¶λλοτε γραμμένες σε χαρτιά, τα
βρίσκεις κολλημένα σαν κλήσεις μεταξύ παρμπρίζ και υαλοκαθαριστήρα στο αυτοκίνητό σου,
συνήθως νύχτα, κι άλλοτε στον καπνό των τσιγάρων ή στα σύννεφα που αλλάζουν σχήματα στα
μάτια των παιδιών?
Iστορίες με μηνύματα ή και, ενίοτε, μηνύματα για ιστορίες. Aφηγήσεις για πράγματα
παράδοξα ή για πράγματα οικεία και απλά ― άλλωστε οι ιστορίες είναι σαν τις γυναίκες,
άλλοτε ντύνονται μπαρόκ κι άλλοτε στο φτερό! Mε ταγιεράκι ή ξώφτερνο· με άρωμα βαρύ ή
χείλι άβαφο, δροσοσταλίδα αγγίγματος φευγαλέου. Mπαλ μασκέ ή εκδρομικώς, γυμνές ή
κατάφρακτες στυλ, μόδας και γυαλί ηλίου πιο βαθύμαυρο κι απ? τα μαλλιά της Kίρκης.
---------------------------------------------------
O ¶νθρωπος Που Γελά έριξε το κέρμα του στο τζουκ μποξ να του παίξει μια ιστορία με
χνούδι, νόστο κι επιστροφή στο σπίτι. Tο τζουκ μποξ έφαγε το κέρμα και πρότεινε στον
¶νθρωπο Που Γελά να πάει στον διάολο. Mια ωραία φιλική βραδιά σε ζεστή ατμόσφαιρα άρχιζε?

***

Tω καιρώ εκείνω, όταν οι Λομβαρδοί μπήκαν στη Pώμη, περίπου 1.100 χρόνια από Kτίσεως της
Πόλεως, ήταν ακόμα χωριαταραίοι, αξούριστοι, βρωμοπόδαροι κι έτρωγαν το κρέας ωμό ή
μάλλον «ψημένο» κάτω απ? τη σέλα τους, καθώς «χτυπιόταν» πάνω στα καπούλια των αλόγων
τους, όσον εκείνα κάλπαζαν ή βάδιζαν.
Bεβαίως Pωμαίους δεν έβλεπαν για πρώτη φορά οι Λομβαρδοί ―μάλιστα με αρκετούς απ? αυτούς
επί χρόνια αλληλοεσφάζοντο στα πεδία των μαχών―, αλλά Pωμαίους στην ίδιαν τη Pώμη, κι
έτσι μάλλον αμήχανους και μαραμένους, πρώτη φορά έβλεπαν.
Kαθώς μάλιστα μπήκαν ήσυχα-ήσυχα στην αρχαία κι ευγενική πλην όμως κουρασμένη πόλη, χωρίς
σφαγές και φασαρίες, είχαν όλον τον καιρό να παρατηρούν τους τελευταίους Pωμαίους,
πρίγκιπες και πολίτες. Λυπημένοι άνθρωποι· κάτι τελευταίοι στρατιωτικοί την κοπάνησαν
στην Aνατολή, έφυγαν μαζί με τους λίγους Γραικούς που είχαν έλθει προς επικουρίαν· οι
άλλοι, μόνοι τους παρέδωκαν τα Eπίσημα της Eξουσίας με κάτι μισερές τελετές ― ομίλησαν
ολίγον οι ρήτορες, άνοιξε τις Eκκλησίες ο Ποντίφικας, έφυγε ο Aυτοκράτοράς τους στη
Pαβένα ―ένα παιδαρέλι―, άφησε τα Διάσημα πίσω του, δήλωσε υποταγή, το έσφαξαν κάτι Γότθοι
φεδεράτοι κατά λάθος (λέγεται, δεν εξακριβώθηκε) στη Bενετία ― κι αυτό ήταν όλο.
Oι Λομβαρδοί είχαν τη Pώμη.
Δεν ήταν κι άσχημα· άρχισαν να γνωρίζουν την Πόλη και τους τρόπους της, άλλωστε αρκετοί
οπλαρχηγοί είχαν επισκεφθεί το κέντρο της Xριστιανοσύνης και παλιότερα. ¶λλοι για να
πάρουν τίτλον τινά, άλλοι για εμπόριο, άλλοι για να συνωμοτήσουν κι άλλοι απλώς για να
χαζέψουν τα αρχαία μνημεία. Tώρα, όμως, είχαν την Πόλη! Πλύθηκαν οι περισσότεροι στα
δημόσια Λουτρά και στις ιδιωτικές Bίλες φόρεσαν ωραίους λινούς χιτώνες κεντητούς,
παρεκάθησαν (δηλαδή ξάπλωσαν σε ανάκλιντρα) σε λεπτεπίλεπτα δείπνα μ? ωραίες Pωμαίες
δέσποινες, άκουσαν (τι να έκαναν;) κι ολίγον ποίηση, αλλά βρωμούσαν ακόμα αλογίσια λίγδα,
ξινό γάλα και παστουρμά βαρβάτου αλόγου ―χώρια η δική τους βαρβατίλα και ανεξίτηλη
μαυρίλα― σαν τις μύγες μες στο γάλα ξεχώριζαν απ? τους παρφουμαρισμένους Pωμαίους
πρίγκιπες με τα λευκά (απ? την πούδρα) πρόσωπα, το κομψό ρουζ στα μάγουλα και τα ωραία
ελληνικά χτενίσματα.
Aκόμα κι απ? τον πολύ λαό των Pωμαίων πολιτών ξεχώριζαν οι Λομβαρδοί, κι ας πάσχιζαν να
μοιάσουν Pωμαίοι. Kι εδιαολίζοντο!
Tι κι αν έσφαζαν Pωμαίους πρίγκιπες στα καλά καθούμενα απ? το κακό τους, τι κι αν τους
επήραν επαύλεις και βίλες, τι κι αν βίαζαν τις γυναίκες τους, τι κι αν έπαιρναν τους
καλύτερους Pωμαίους δασκάλους για τα παιδιά τους, το ξινόγαλο ξινόγαλο! Tα λατινικά τους
ξύλα! Tα ελληνικά τους ξύλα απελέκητα! Tι κι αν έψαξαν να βρουν Pωμαίους από αρχαίες
γενιές ― όλο και κάποιος Φλάβιος είχε ξεμείνει ή κάνα δυο Δουκαίοι που δεν το σκάσανε στο
Mπάρι ή στη Nέα Pώμη, τι κι αν πήγαιναν στις Eκκλησίες κι από Aρειανοί έγιναν Oρθόδοξοι;
H βαρβατίλα βαρβατίλα! Tεντέσκοι ήτανε οι Λομβαρδοί και Tεντέσκοι έμειναν ―όχι μόνον στα
μάτια των Pωμαίων, αυτό ήταν το λιγώτερο, αλλά στα ίδια τα δικά τους μάτια!― αυτό ήταν
ανυπόφορο!

Mάλιστα, μετά τον θάνατο του πρωτοφυλάρχου τους, του Pήγα Θευδέριχου, που είχε ένα
κάποιο, έστω βάρβαρο, μεγαλείο, αλλά μεγαλείο, και που, στο κάτω-κάτω, κυβέρνησε σαν
Pωμαίος, η φτώχεια τους έγινε φανερή, πεντάρφανοι έμειναν, κακόμοιροι νεόπλουτοι.
Για να σκεπάσουν αυτήν τη φτώχεια έστεψαν ένα ρηγόπουλο, τόλμησαν να στέψουν ένα
ρηγόπουλο, Aυτοκράτορα κι έγινε η φτώχεια τους τόσο φανερή στην οικουμένη που γελούσαν
μαζί τους τα σύμπαντα, απ? την Aλεξάνδρεια ως την Kωνσταντίνου Πόλη, μηδέ της ίδιας της
Pώμης εξαιρουμένης.
Έδωσαν στον νέον Aυτοκράτορα κι ένα όνομα εντόνως ρωμαΐζον, μπας και πιάσει, Pωμύλος
Aυγουστύλος (εμ, Pωμύλος, όπως ο κτήτωρ, εμ κι εξ Aυγούστων Aυγουστύλος, ο έρμος) ―

― ούτε να το προφέρει δεν μπορούσε καλά-καλά ο δυστυχής, εχάθη άκλαυτος κι αυτός, τον
έφαγαν οι ίδιοι κατά λάθος (λέγεται, δεν εξακριβώθη) σε ένα συμπόσιο που όλοι είχαν πιει
κάπως παραπάνω.
E, από τότε απέκαμαν. Παράτησαν κάθε προσπάθεια. Kαι σιγά δηλαδή οι τρέχοντες Pωμαίοι! O
Aέτιος μάλιστα! Aυτός ήταν στρατηγός! Aλλά κάτι Oνώριοι, Bαλεντινιανοί, κάτι Mαριοριανοί
κι Aνθέμιοι κι Oλύβριοι, σιγά τα ωά! Tους καθάρισαν και ησύχασαν! Mε τους ελληνικούς τους
τρόπους οι θηλυπρεπείς! ― Kι αυτοί και τα παιδιά τους, μαχαίρι!

***

Kυκλοφορούσαν τώρα σαν την καλή χαρά οι Λομβαρδοί μέσα στο Φόρουμ, στα Λουτρά και στον
¶γιο Πέτρο!
Στο διάολο οι πούδρες και οι ποιητές (με τα παπαδάκια τους, οι έκφυλοι), στο διάολο και
οι ρωμαϊκές ευγένειες· κυκλοφορούσαν πια σαν Λομβαρδοί οι Λομβαρδοί μες στην ποδαρίλα
τους, άντε ολίγον χτενισμένοι όπως τα αγάλματα και οι εικόνες στις εκκλησίες, αλλά αυτό
ήταν όλο! Kαι σιγά τους Pωμαίους ― άλλωστε τους έσφαξαν, δεν υπήρχε πλέον σύγκρισις! Kι
αν δήλωναν Pωμαίοι οι ίδιοι, το έκαναν για πολιτικούς λόγους. Για να διεκδικούν, ας
πούμε, τη Pαβένα ή τη Bενετία ή το Bρινδησ? πώς-το-λεν-αυτό; ― το Mπάρι, και βλέπουμε.
-------------------------------------------------
Όταν τους ξεπάτωσαν τους Λομβαρδούς απ? τη Pώμη άλλων ειδών Tεντέσκοι, δεν υπήρχε ένας
Pωμαίος να εκφωνήσει έναν λόγο της προκοπής, να σημειώσει τουλάχιστον τη χρονολογία. Aλλά
ούτε και στη Nέα Pώμη έδωσαν κάποια σημασία. Δεν έβλεπαν καμμία διαφορά. Aπλώς τρόχισαν
για μιαν ακόμα φορά τα δόντια τους οι Δυνατοί και θύμιζαν ο ένας στον άλλον εκείνα τα
βράδια στα συμπόσια κι όλοι μαζί στον Aυτοκράτορα ότι είχαν κάποιες εκκρεμότητες να
τακτοποιήσουν στη Δύση! Πολύ είχε τραβήξει σε μάκρος η αταξία εκεί στη Pώμη. Στο
κάτω-κάτω η μάνα τους Πόλη ήταν?

επίλογος

O πιτσιρικάς ―στα 18 του― έβλεπε στο DVD ταινία με τον Mίκυ Pουρκ, νόμιζε ότι ήταν ο
Pίτσαρντ Γκηρ και τον αποκαλούσε Mπρους Γουΐλις!

ΣTAΘHΣ Σ.